Κατά την αρχαιότητα στην Αθήνα, την πόλη - κοιτίδα της δημοκρατίας, όσοι ήταν αδιάφοροι ως προς τα κοινά, δηλαδή τα πολιτικά, πολιτισμικά και κοινωνικο - οικονομικά δρώμενα της πόλης, όχι μόνο δεν έχαιραν καμίας εκτίμησης αλλά θεωρούνταν επικίνδυνοι για το πολίτευμα και την πόλη. Η δημοκρατία στηρίζεται στη δύναμη του λαού, στην ικανότητά του να έχει κριτική σκέψη, να σκέφτεται, να αμφισβητεί, να προτείνει και να αντιπροτείνει συνεχώς όχι μόνο στα θέματα του περιορισμένου γνωστικού πεδίου του επαγγέλματος αλλά και σε όσα περιβάλλουν την ίδια τη ζωή. Αυτό σημαίνει ότι ο πολίτης πρέπει συνεχώς να διευρύνει το γνωστικό του πεδίο και να αντιλαμβάνεται τα εξελισσόμενα γεγονότα. Είναι υποχρέωσή του και πηγή της δύναμής του για να είναι ανεξάρτητος, αυτόνομος και αυτάρκης. Πρέπει να εξελίσσει το γνωστικό του πεδίο για να έχει δικαίωμα να έχει άποψη. Η άποψη πρέπει να κερδίζεται και όχι να χαρίζεται. Αυτή πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας συνεχής προσπάθειας να διευρύνουμε το γνωστικό μας ορίζοντα για να κατανοήσουμε όλα αυτά που πρέπει για να την κατακτήσουμε και να να την εκφράσουμε.
Μετά την κατάκτηση της άποψής μας έρχεται η δεύτερη κατάκτηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, ο διάλογος. Ο διάλογος έχει αξία μόνο όταν γίνεται από δύο ή περισσότερους ανεξάρτητους, ελεύθερους ανθρώπους, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς να υποδαυλίζεται από ιδιοτελή συμφέροντα. Έχει σκοπό να αμφισβητήσει, να επιβεβαιώσει, να απορρίψει την άποψη και να θέσει νέα προβλήματα που θα αποτελέσουν τροφή για νέο προβληματισμό που θα οδηγήσει σε νέα δεδομένα που θα διευρύνουν ακόμα περισσότερο το γνωστικό μας πεδίο. Όταν γνωρίζουμε, όταν ενδιαφερόμαστε συνεχώς να εξελισσόμαστε έχουμε την ικανότητα και τη δυνατότητα να διεκδικήσουμε όσα θέλουμε με το σωστό τρόπο. Δεν ξεγελιόμαστε, μπορούμε να είμαστε πειστικοί σε ό,τι ζητάμε γιατί ξέρουμε τον τρόπο. Ξέρουμε τι χρειάζεται για να κατακτήσουμε το στόχο μας γιατί το έχουμε ψάξει, έχουμε εξελίξει το γνωστικό μας πεδίο, δεν είμαστε άσχετοι με το θέμα. Ξέρουμε πως να αντιμετωπίσουμε την αντίπαλη άποψη, γιατί ξέρουμε ότι έχουμε δίκιο. Δεν κατασταλάξαμε σε μιά άποψη, τυχαία και ελαφρά τη καρδία. Δεν είμαστε φερέφωνα ώστε να μη ξέρουμε να την αιτιολογήσουμε και να την αναλύσουμε αναγνωρίζοντας τα σημεία που χωλαίνει. Τίποτα δεν είναι τέλειο. Κάθε άποψη έχει τα δυνατά της και τα αδύναμα σημεία της. Καλά θα κάνουμε πριν τη διατυπώσουμε να γνωρίζουμε και τα δύο ώστε να μπορέσουμε να επεξηγήσουμε γιατί είναι πιο συμφέρουσα για το γενικό σύνολο από μια άλλη. Και να έχουμε το μεγαλείο να παραδεχτούμε ότι μια άλλη είναι πιο συμφέρουσα από τη δική μας όταν αυτό συμβαίνει.